Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για την ανάγκη εθνικής πολιτικής ανάπτυξης. Μόλις περάσουμε τον τελευταίο κάβο των δύσκολων μέτρων, πάρουμε τα 31.5δις, ανακτήσουμε ρευστότητα κι εξασφαλίσουμε πρωτογενές πλεόνασμα, θα καταστρώσουμε ένα σχέδιο υψηλών ρυθμών ανάπτυξης που θα κάνει το χρέος βιώσιμο, θα αναπληρώσει τα χαμένα εισοδήματα και θα μειώσει την ανεργία. Υπονοείται μάλιστα ότι η τραγική κατάσταση της οικονομίας οφείλεται στο ότι εξαρχής δεν διαμορφώσαμε πολιτική ανάπτυξης που θα μπορούσε να απαλύνει την σταθεροποίηση. Το επιχείρημα αυτό, που προβάλλεται από τους εραστές των Μνημονίων και την τρικομματική κυβέρνηση, είναι δυστυχώς ασυνάρτητο και παραπλανητικό.
Είναι παραπλανητικό διότι τα βραχυπρόθεσμα υφεσιακά αποτελέσματα της σταθεροποίησης δεν θα μπορούσαν να αναιρεθούν από οποιαδήποτε πολιτική ανάπτυξης. Η λιτότητα συντρίβει την ζήτηση και τάχιστα δημιουργεί υφεσιακές καταστάσεις. Όσο δε πιο σκληρή είναι, τόσο χειρότερη η ύφεση και επισφαλέστερα τα αποτελέσματά της, όπως επιτέλους παραδέχτηκε ακόμη και το ΔΝΤ. Τα μέτρα ανάπτυξης, από την άλλη, έχουν μακροπρόθεσμο ορίζοντα αφού αφορούν το κόστος, την τεχνολογία, την οργάνωση της παραγωγής, την παιδεία, την δικαιοσύνη, το θεσμικό πλαίσιο των συναλλαγών και ούτω καθεξής. Δεν υπάρχουν μέτρα που θα είχαν αποτρέψει την κατάσταση που δημιούργησαν τα Μνημόνια στην Ελλάδα.
Είναι παραπλανητικό διότι τα βραχυπρόθεσμα υφεσιακά αποτελέσματα της σταθεροποίησης δεν θα μπορούσαν να αναιρεθούν από οποιαδήποτε πολιτική ανάπτυξης. Η λιτότητα συντρίβει την ζήτηση και τάχιστα δημιουργεί υφεσιακές καταστάσεις. Όσο δε πιο σκληρή είναι, τόσο χειρότερη η ύφεση και επισφαλέστερα τα αποτελέσματά της, όπως επιτέλους παραδέχτηκε ακόμη και το ΔΝΤ. Τα μέτρα ανάπτυξης, από την άλλη, έχουν μακροπρόθεσμο ορίζοντα αφού αφορούν το κόστος, την τεχνολογία, την οργάνωση της παραγωγής, την παιδεία, την δικαιοσύνη, το θεσμικό πλαίσιο των συναλλαγών και ούτω καθεξής. Δεν υπάρχουν μέτρα που θα είχαν αποτρέψει την κατάσταση που δημιούργησαν τα Μνημόνια στην Ελλάδα.